ακουαμαρίνα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακουαμαρίνα οι ακουαμαρίνες
      γενική της ακουαμαρίνας των ακουαμαρίνων
    αιτιατική την ακουαμαρίνα τις ακουαμαρίνες
     κλητική ακουαμαρίνα ακουαμαρίνες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ακουαμαρίνα < μεταφορά του λατινικού ονοματικού συνόλου aqua marina : θαλασσινό νερό

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ακουαμαρίνα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]