Ο φλογερός έρωτας του Ναπολέοντα για την Ιωσηφίνα , η νοσταλγία του Αϊνστάιν, η οργή της Σαρλότ Μπροντέ, η σεμνότητα του Τσαϊκόφσκι, η ηδονοθηρία του Ερνεστ Χέμινγκγουεϊ. Ολη η γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων αποτυπωμένα στο χαρτί με τις πιο διάσημες υπογραφές της Ιστορίας. Οταν
ο ελβετός δικηγόρος Αλμπιν Σκραμ απεβίωσε το 2005, άφησε πίσω του μια εξαιρετική συλλογή από επιστολές που έγραψαν μερικά από τα λαμπρότερα
πνεύματα του δυτικού πολιτισμού. Πρόκειται για την πιο εντυπωσιακή συλλογή χειρόγραφων επιστολών που ο Σκραμ συγκέντρωνε σε όλη του τη ζωή και θα δημοπρατηθούν από τον οίκο Christies στο Λονδίνο στις 3 Ιουλίου. Εδώ παρουσιάζουμε αποσπάσματα κάποιων εκ των σημαντικότερων.

Ο Γουίνστον Τσόρτσιλ (φωτογραφία) σε ηλικία 16 ετών γράφει από το Χάροου στη μητέρα του λαίδη Ράντολφ Τσόρτσιλ , τον Νοέμβριο του 1890, ζητώντας να τον επισκεφθεί η νταντά του Ελίζαμπεθ Αν Εβερεστ.

«Αγαπημένη μου μανούλα, είμαι καλά και μαθαίνω πολλά κάθε μέρα που περνά. Αν και είμαι καλά όμως και ευτυχισμένος, αισθάνομαι πολύ κουρασμένος… Σε παρακαλώ, στείλε την Εβερεστ επειδή μπορεί να με βοηθήσει. Τώρα, σου στέλνω την αγάπη μου και εξακολουθώ να είμαι ο αγαπημένος σου γιος…».

Ο Ναπολέων Βοναπάρτης γράφει στην Ιωσηφίνα ντε Μποαρνέ κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών για τον γάμο τους, στις 9 Μαρτίου 1796.

Λοιπόν, νόμιζες ότι δεν σε αγάπησα γι΄ αυτό που είσαι. Τότε γιατί; Κυρία μου, το πίστεψες αλήθεια αυτό; Μπορεί ένα τόσο ποταπό συναίσθημα να στοιχειώνει ένα τόσο αγνό πνεύμα; Μένω έκπληκτος, λιγότερο όμως για το συναίσθημα που με κάνει να γονατίζω στα πόδια σου χωρίς δυσαρέσκεια και χωρίς ντροπή. Ποια είναι η ανεξήγητη δύναμή σου, μοναδική Ιωσηφίνα; Μια σκέψη σου δηλητηριάζει τη ζωή μου και ραγίζει την ψυχή μου. Ειλικρινά πιστεύω ότι αν μαλώσουμε θα πρέπει να σφαλίσω την καρδιά μου… Κι εσύ, mio dolce amor, με σκέφτεσαι καθόλου; Σε φιλώ τρεις φορές, μία στην καρδιά, μία στα χείλη και μία στα μάτια.

Ο Ερνεστ Χέμινγκγουεϊ (φωτογραφία) γράφει στον Εζρα Πάουντ, τον Ιούλιο του 1925. Μια σάτιρα για τις αρετές των ταύρων που γράφτηκε στην Μπουργκέτε της Ισπανίας, στον δρόμο για την Παμπλόνα. Οι ταύροι τουλάχιστον δεν είναι και οι μεγαλύτεροι στυλίστες της Αγγλίας. Δεν υπήρξε ποτέ κανένας ταύρος πολιτικός εξόριστος. Οι ταύροι δεν γράφουν κριτικές. Οι 25άρηδες ταύροι δεν παντρεύονται ηλικιωμένες 55άρες και δεν περιμένουν να τους προσκαλέσουν σε δείπνο. Οι ταύροι δεν σε καλούν για μάρτυρα υπεράσπισης σε δίκες για διαζύγια. Οι ταύροι δεν δανείζονται λεφτά. Οι ταύροι δεν έχουν την απαίτηση να τους παντρευτείς και να τους είσαι πιστή. Οι ταύροι τρώγονται αφού τους σκοτώσουν. Λίγοι ταύροι είναι ομοφυλόφιλοι. Για μένα, οι ταύροι δεν είναι εξωτικοί. Είναι φυσιολογικοί. Και μια αναθεματισμένη ανακούφιση από όλα αυτά τα αλογόσκατα για την Τέχνη κτλ… Στο διάολο οι εκλεπτυσμένες μελέτες για την αμερικανική σκηνή. Γαμώ την αμερικανική σκηνή. Γαμώ τους τρόπους, τα έθιμα και όλα αυτά τα αλογόσκατα. Ας έχουμε περισσότερο και καλύτερο γαμήσι, καβγάδες και ταύρους.

Ο Αλβέρτος Αϊνστάιν (φωτογραφία) γράφει στον παιδικό του φίλο Πάουλ Χάμπιχτ, που είναι ασθενής, από το Κονέκτικατ, στις 5 Ιουλίου 1935.

Ακουσα πρόσφατα ότι ο Διάολος- ο μόνος που δεν μένει ποτέ από δουλειά αυτόν τον καιρό- σου επιτέθηκε βίαια. Αργά ή γρήγορα θα σ΄ αφήσει, όπως με άφησε κι έμενα δύο φορές στο μακρύ διάστημα που είμαστε χώρια, αν και φαινόταν ότι με είχε αρπάξει για τα καλά. Θυμάσαι όταν ήμασταν νέοι και δουλεύαμε σε αυτές τις μικρές, ωραίες ηλεκτροστατικές μηχανές; Θυμάσαι τη συζήτησή μας για την πολιτική στη Γερμανία, την οποία εσύ υπερασπιζόσουν ακόμα και κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενώ εγώ γνώριζα από πρώτο χέρι τις επικίνδυνες συνέπειες; Εφυγα τη σωστή στιγμή από εκεί και έτσι τουλάχιστον δεν αισθάνθηκα τα γδαρσίματα των μεγάλων ηρώων στην πλάτη μου. Τώρα που έχω εγκατασταθεί σε αυτόν τον περίεργο νέο κόσμο, ακόμα κλωσώ τα παλιά επιστημονικά αβγά σαν γριά χήνα. Ακόμα και τώρα που η απαραίτητη θερμοκρασία για το κλώσημα μάλλον έχει χαθεί από τα χρόνια. Αυτό που μου αρέσει σε αυτή τη χώρα είναι ότι οι άνθρωποι δεν στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλον και έτσι αισθανόμαστε πιο άνετα. Κάθομαι λοιπόν εδώ, σε μια ήσυχη παραλία, και σαλπάρω με ένα μικρό σκάφος όσο θέλω. Γίνεσαι Ινδιάνος με αυτόν τον ήλιο.

Ο Τζ. Ρ. Τόλκιν (φωτογραφία) γράφει στην εικονογράφο του Πολίν Νταϊάνα Μπέινς, τον Ιούνιο του 1949, αμέσως μόλις ολοκλήρωσε τον «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών».

Θα έπρεπε να σου είχα γράψει για να σου πω πόσο με χαροποίησε η εικονογράφηση του «Farmer Giles». Δικαίως οι φίλοι μου που το είδαν μου είπαν ότι το κείμενο έμοιαζε σαν σχόλιο για τις ζωγραφιές. Ελπίζω σύντομα να εκδώσω κάποια μεγαλύτερα έργα. Αν γίνει αυτό, μάλλον θα σε ενδιέφερε, ή τουλάχιστον σκέψου το. Το «Οne», ένα σίκουελ στο «Ηobbit», τελείωσε έπειτα από μερικά χρόνια και δακτυλογραφείται. Προς στιγμήν καθυστέρησε, αφού είχα μπλέξει με εξετάσεις και άλλες δουλειές. Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσα να σ΄ το στείλω να του ρίξεις μια ματιά μόλις τελειώσει».

Ο Πιοτρ Ιλιτς Τσαϊκόφσκι (φωτογραφία), 36 ετών τότε, γράφει στον Εντουάρ Κολόν, στο Conservatoire Ιmperial de Μusique του Παρισιού, στις 25 Δεκεμβρίου 1876.

Δεν ξέρω αν έχω την τιμή να με γνωρίζετε. Είμαι ρώσος συνθέτης και εργάζομαι στη Μόσχα. Θα έλεγα ότι είμαι διάσημος στη χώρα μου, αλλά σχεδόν άγνωστος στο εξωτερικό. Αυτόν το χειμώνα, ο κ. Παντελού συμπεριέλαβε μία ουβερτούρα μου σε ένα από τα διάσημα κονσέρτα του. Προφανώς το κομμάτι προκάλεσε κάποιους ψιθύρους και δεν πέρασε απαρατήρητο. Αρκετοί μου γράφουν για να μου πουν ότι πολλοί μουσικοί βρίσκουν τη μουσική μου ενδιαφέρουσα. Θα ήθελα να ενοικιάσω μια συναυλιακή αίθουσα στο Παρίσι. Και καθώς δεν νομίζω ότι το κοινό θα πληρώσει για να με δει, θα φέρω και τα απαραίτητα χρήματα. Θα μοιράσω δωρεάν εισιτήρια».

Η Σαρλότ Μπροντέ αντιδρά στις κριτικές του πρόσφατου μυθιστορήματός της «Σίρλεϊ». Η επιστολή απευθύνεται στον εκδοτικό της σύμβουλο Γουίλιαμ Σμιθ Γουίλιαμς και χρονολογείται στις 9 Νοεμβρίου 1849.

Διάβασα όλες τις εφημερίδες προσεκτικά. Η «Spectator» και η «Αthenaeum» με διασκέδασαν. Οι κριτικοί που γράφουν εκεί, χωρίς αμφιβολία, είναι σε γενικές γραμμές έξυπνοι. Δεν έχουν τη ρηχή αδυναμία του «Οbserver» και της «Daily Νews». Οταν καλούνται όμως να κρίνουν έργα μυθοπλασίας είναι σαν τον κουφό που απαιτεί να ακούσει μουσική ή σαν τον τυφλό που ζητάει να κρίνει έναν πίνακα. Μπορούν να κατανοήσουν μόνο το πρακτικό μέρος. Για το ιδεατό δεν έχουν ιδέα.